Τα τελευταία χρόνια περνώντας από την αγορά και τις πλατείες, βλέπω συνήθως από τη μια τους ντόπιους και από την άλλη τους αλλοδαπούς σε χωριστά τραπέζια, με τους με πρώτους στον κόσμο τους, και τους δεύτερους, σε συζητήσεις σχεδόν ¨συνωμοτικές¨ για την πατρίδα τους, τις δουλειές που αναλαμβάνουν, τις τιμές στα μεροκάματα …….. και σπάνια να μαζεύονται σχεδόν όλοι, ημεδαποί και αλλοδαποί μπροστά στο χαζοκούτι, για κανένα ποδοσφαιρικό αγώνα, είναι κάτι που τους ενώνει & ταυτόχρονα τους χωρίζει, αφού οι περισσότεροι Αλβανοί, λόγω Αλβανικού δικεφάλου είναι με την ΑΕΚ που έχει σήμα τον Βυζαντινό δικέφαλο………(η ΑΕΚ ενώνει μερικούς, εννοείται ότι η πλειοψηφία των ημεδαπών είναι με τον ΠΑΟ και τον ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ που τους χωρίζουν).
Όμως παρ΄ όλα αυτά, βλέπω μια αγορά να της λείπει κάτι, να μην έχει αυτό που θα της δίνει ζωντάνια και παλμό, αυτό το κάτι που παλιά ήταν ο ΣΩΤΗΡΟΣ, ο άνθρωπος που σε όποιο καφενείο ή μαγαζί βρισκόταν, μόνο η παρουσία του, κρατούσε ζωντανό το περιβάλλον γύρω του, και οι άνθρωποι από το ναδίρ του κεφιού ανέβαιναν στο ζενιθ, και τους έκανε να ξεχνούν τα προβλήματά τους ….
Ο Σωτήρος που από όλους ζητούσε ένα ¨φάγκο¨ (φράγκο για τους κουτόφραγκους), ποτέ περισσότε-ρο.
‘Οταν κάποιοι του έδιναν περισσότερα, ποτέ δεν τα έπαιρνε, γιατί ήξερε ότι έπρεπε να τα παίρνει με δόσεις και συνέχεια ¨φάγκο-φάγκο¨, ποτέ ένα μεγαλύτερο ποσό εφάπαξ…..
‘Οταν κάποιοι του έδιναν περισσότερα, ποτέ δεν τα έπαιρνε, γιατί ήξερε ότι έπρεπε να τα παίρνει με δόσεις και συνέχεια ¨φάγκο-φάγκο¨, ποτέ ένα μεγαλύτερο ποσό εφάπαξ…..
Πρώτος λανσάρισε το ημίκοντο παντελόνι πριν από 60 χρόνια, και τον μιμήθηκαν οι μεγάλοι σχεδιαστές της μόδας ΑΡΜΑΝΙ, ΚΑΒΑΛΛΙ κ.λ.π.
Τον πείραζαν οι περισσότεροι της πιάτσας και για όλους είχε ¨έναν άσσο στο μανίκι¨ για να ανταποδώσει το πείραγμά τους.
Άκουγε τα πάντα στις συζητήσεις, που έκαναν οι γύρω του, και πολλά μυστικά τους, αφού δεν τον υπολόγιζαν και τόσο, όμως, όταν τον πείραζαν τους κάρφωνε με τα διάφορα ¨καμώματα ¨ του καθενός, που τα είχε ακούσει, στις συζητήσεις τους, και τους άφηνε ¨κάγκελο¨, έχοντας πάντα τον τελευταίο λόγο, εκεί που δεν το περίμενε κανείς…..
΄Όταν ήθελε καφέ ή ποτό, πήγαινε και καθόταν δίπλα, σε όποιον διάβαζε εφημερίδα και είχε ποτό η καφέ, αφού είχε από όλους την ελευθερία των κινήσεων και των θέσεων, και όταν ξενοιαζόταν ο άλλος στο διάβασμα, αστραπιαία άρπαζε το φλιτζάνι ή το ποτήρι το έπινε και άλλαζε αμέσως θέση, αφήνοντας τον άλλο να αναρωτιέται, πότε το ήπιε, προς τέρψιν των υπολοίπων, που γνώριζαν τις αδυναμίες του και παρακολουθούσαν τις κινήσεις του…..
Το αδύνατό του σημείο, ήταν ο αδελφός του ο Νικόλας που τον ζήλευε και τον υπέβλεπε, γιατί αυτός εργαζόταν στο τότε σωματείο των φορτοεκφορτωτών και ο Σωτήρος δεν εργαζόταν ……..
΄Εδώ να αναφέρω ένα ευτράπελο για το Νικόλα, που αποδεικνύει τα ανωτέρω, ένα βράδυ που γύριζε σπίτι του ο Νικόλας, κάποιος γνωστός τους (Γ.Χ.) ανεβαίνει στη μουριά, που ήταν στην αυλή τους και, όταν πλησίασε ο Νικόλας, άρχισε να κουνάει τις κλάρες της μουριάς και να λέει με ¨χοντρή¨ φωνή «Νικόλα, είμαι ο Χάρος και ήρθα να σε πάρω» πανικοβλήθηκε ο Νικόλας χ……. από τον φόβο του και φωνάζει απελπισμένος «Όχι εμένα, πάρε το Σωτήρο που είναι πιο παλαβός από μένα»
Η συνέχεια παραλίγο τραγική, γιατί βάζει τα γέλια ο Γ.Χ. και ο Νικόλας κατάλαβε το χωρατό και άρχισε να του πετάει πέτρες, πηδάει αυτός από τη μουριά και αρχίζει να τρέχει και ο Νικόλας να τον κυνηγάει με τις πέτρες να τον χτυπήσει……..
Η μεγάλη αγάπη του Σωτήρου, ήταν οι βόλτες με αυτοκίνητο, με αποκορύφωμα τη βόλτα, με το ανοικτό αυτοκίνητο του Χρύσανθου Χιώτη, που έφερνε από την Αμερική την Κάντιλάκ του, είχε αδυναμία στο Σωτήρο, όπως και ο Σωτήρος σε αυτόν, τον έβαζε στο πίσω κάθισμα, σαν τον Πλανητάρχη, και μες στην τρελή χαρά .τον ¨βολτάριζε¨
Ο μακαρίτης ο Κ.Π., Αμερικάνος και αυτός, τον είχε απαθανατίσει σε χιλιάδες φωτογραφίες, και σε αμέτρητες ώρες κινηματογραφήσεως και βιντεοσκοπήσεως,
επίσης οι τοπικοί φωτογράφοι και οι μετανάστες τον είχαν αποθανατίσει σε αμέτρητες φωτογραφίες, και δεν είναι υπερβολή να γράψουμε ότι, μαζί με τις εικόνες από τον τόπο τους, που είχαν μαζί τους μακριά από την πατρίδα, οι μετανάστες μας, είχαν και τη φωτογραφία του Σωτήρου, γιατί ήταν αναπόσπαστο στοιχείο από τις εικόνες του χωριού τους.
Πάντα ήθελα κάτι να γράψω για το Σωτήρο, σίγουρα δεν είμαι, ο κατάλληλος,
όμως μια αναφορά σε αυτόν, είναι το απειροελάχιστο από εμένα, που τον έζησα και εγώ και που διαπιστώνω ότι, με την απουσία του, είναι πιο ψυχρή και άδεια η ¨πιάτσα¨ του χωριού μου………
Εδώ πρέπει να θυμηθούμε το ρεφραίν από το τραγούδι του Κ.Χατζή:
Θε μου, τι ομορφιά, τι φως της γειτονιάς μας ο τρελός.
Γλυκαίνεσαι να τον ακούς. Να ΄χαμ΄ ακόμα άλλους δυο τέτοιους τρελούς
Από τότε που μας έφυγε (23-2-1989) ούτε ομορφιά, ούτε φως, ούτε γλυκαίνεσαι να τον ακούς και έχουμε καταντήσει οι περισσότεροι ¨μουρτζούφληδες¨ (σκυθρωποί και κακόκεφοι), να’ χαμε δύο τέτοιους σαν το Σωτήρο να’ παιρνε η ¨πιάτσα¨ τα πάνω της……